Η Δρακοντιά (Arum italicum – Άρο το ιταλικό) γνωστό και ως φιδόχορτο, είναι είδος μονοκοτυλήδονου φυτού του γένους των αροϊδών. Πρόκειται για πολυετές ποώδες φυτό της ευρύτερης περιοχής της Αρχαίας Θουρίας. Είναι φυτά δηλητηριώδη.
Τα φύλλα τους εκβλαστάνουν από το υπόγειο ρίζωμα και είναι μεγάλα, πράσινα ή φέρουν σκούρες κηλίδες, όπως στο είδος Arum maculatum. Τα αρσενικά και τα θηλυκά άνθη σχηματίζουν σπάδικα, ο οποίος περιβάλλεται από εξωτερικά λευκοπράσινη σπάθη, ελικοειδή στη βάση, αλλά ανοιχτή σε όλο το μήκος.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η επικονίαση αυτών των ανθών-παγίδων: ορισμένα έντομα, κυρίως δίπτερα, προσελκύονται από την οσμή αλλοιωμένου κρέατος που αναδίδουν τα και εισέρχονται στο κλεισμένο από τη σπάθη χώρο με τη διευκόλυνση που τους παρέχουν μια σειρά από τριχίδια κοντά στην είσοδο, τα οποία είναι στραμμένα προς τη βάση. Εκεί εγκλωβίζονται και μένουν φυλακισμένα αρκετές ημέρες, έως το χαλάρωμα των τριχών, που γίνεται ταυτόχρονα με την ωρίμανση των . Με τις σπασμωδικές κινήσεις των εντόμων, προσκολλάται η γύρη στο σώμα τους και, όταν ελευθερωθούν και ξαναρχίσουν να πετούν από άνθος σε άνθος, πραγματοποιούν την επικονίαση.
Όλα τα μέρη του φυτού είναι δηλητηριώδη. Η πρόσφατη ρίζα έχει γεύση καυστική και λίγο πικρή. Τιθέμενη επί του δέρματος προκαλεί φλύκταινες. Εσωτερικά προκαλεί οίδημα γλώσσας, εμετούς, σπασμούς, διαστολή κόρης, αναισθησία . Η ρίζα ξηρή ή καβουρδισμένη χάνει την καυστικότητά της. Τα φύλλα ερεθίζουν το δέρμα. Όλο το φυτό περιέχει ένα δηλητήριο χημικώς ασταθές, την αροίνη. Η αροίνη είναι ερεθιστική για το δέρμα και τοπική για το Κ.Ν.Σ. Συχνά συμβαίνουν δηλητηριάσεις σε παιδιά που τρώνε τους καρπούς του φυτού. Όταν βραστεί ή αποξηρανθεί το φυτό, η αροίνη διασπάται.
ΕΔΩΔΙΜΟΤΗΤΑ:
Τον 16ο-18ο αιώνα σε περιπτώσεις σιτοδείας χρησιμοποιήθηκε αντί άρτου λόγω της μεγάλης ποσότητας αμύλου που περιέχει. Η λήψη του προϋπόθετε καλό ψήσιμο για την καταστροφή των τοξικών συστατικών. Ακόμη και σήμερα στις Βαλεαρίδες νήσους χρησιμοποιείται αντί άρτου. Οι κόνδυλοι τρώγονται μαγειρεμένοι και να χρησιμοποιηθουν σαν βάση μαζί με άλλα οπωροκηπευτικά .
Παρακολουθείστε το σχετικό Video:
Από την αποξηραμένη ρίζα μπορεί να εξαχθεί μια αραρούτης (Πούδρα ανάλογη με την βανίλια που χρησιμοποιείται πολύ στην ζαχαροπλαστική και μαγειρική της Αγγλίας)
Hedrick. U. P. Sturtevant’s Edible Plants of the World. Dover Publications
Kunkel. G. Plants for Human Consumption. Koeltz Scientific Books 1984
Tanaka. T. Tanaka’s Cyclopaedia of Edible Plants of the World. Keigaku Publishing 1976
ΦΤΙΑΧΝΩ ΜΟΝΟΣ ΜΟΥ
ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ:
Το φυτό περιέχει αροίνη (τοξικό συστατικό), άμυλο σε μεγάλη ποσότητα, σάκχαρο 4,5%, κολλώδεις ουσίες (κόμμι) 5,5%, βασσορίνη 5%, σαπωνίνες. Οι σαπωνίνες προκαλούν υπεραιμία των βλεννογόνων και αύξηση της αιμάτωσης των σπλάχνων με αποτέλεσμα να έχουν διουρητική, εκτρωτική, αφροδισιακή και σε συνδυασμό με άλλες ουσίες προκαλούν καθαρτική ενέργεια. Η βασσορίνη είναι πολυσακχαρίτης αδιάλυτος στο νερό, εντός του οποίου διογκούται στο 4πλάσιο (καθαρτική ενέργεια). Σε περιπτώσεις γαστριτίδων ή πεπτικού έλκους η ενέργεια οφείλεται στο περιεχόμενο κόμμι που επικαλύπτει τον βλεννογόνο, τον προασπίζει από βλαπτικές επιδράσεις, ελαττώνει τον πόνο και περιορίζει την φλεγμονή. Η αποχρεμπτική ενέργεια του αφεψήματος οφείλεται πιθανώς στην επί μακρόν διατηρούμενη θερμότητα επί καταπόσεως (λόγω της κολλώδους ουσίας που περιέχει) και στην αντανακλαστική αύξηση των εκκρίσεων της τραχείας και βρόγχων. Για τον ίδιο λόγο χρησιμοποιείται και στην λαρυγγοτραχείτιδα, σε συνδυασμό με την προστατευτική επίδραση του κόμμεος. Εξωτερικά επιθέματα νωπής μη βρασμένης ρίζας προκαλούν υπεραιμία στην πάσχουσα άρθρωση και ύφεση του άλγους, λόγω ερεθιστικής επίδρασης της αροίνης επί του δέρματος. Στην περίπτωση που βράζεται η αναλγητική της ενέργεια οφείλεται στη θερμότητα του επιθέματος και στις σαπωνίνες. Επίσης βρασμένη ή αποξηραμένη σαν επίθεμα εξωτερικά υποβοηθεί στην επούλωση ελκών λόγω της κολλώδους ουσίας (κόμμι) που περιέχει. Συμπεραίνεται ότι είναι γνωστή και διαδεδομένη η χρήση της ρίζας του φυτού ως επιθέματος στην αρθρίτιδα από τους αρχαίους Έλληνες που την χρησιμοποιούσαν όμως νωπή και όχι βρασμένη.
Το εκχύλισμα του καρπού, καταστρέφει τους πολύποδες της μύτης. Αναλυτικά: Το φιδόχορτο είναι αποχρεμπιτικό στην περίπτωση άσθματος και χρόνιου βήχα , ενώ είναι και δυνατό ευκοίλιο . Χρησιμοποιείται ακόμα στην ομοιοπαθητική και συστήνεται σε περιπτώσεις γαστρίτιδας , αιμορραγιών και ερυθημάτων. Παλιότερα, ο Διοσκουρίδης σύστηνε την ώριμη, ξεραμένη στον ήλιο και κοπανισμένη ρίζα στους ασθματικούς, τη σκόνη της ρίζας με νερό ως αφροδισιακό, τη σκόνη ζυμωμένη με μέλι ως καθαριστική των κακοηθών και φαγεδαινικών ελκών και τέλος τη σκόνη ανακατωμένη με «λευκή άμπελο» (κουρμπένι ) ως καταστροφική των πολύποδων (ακόμα και των καρκινωμάτων), καθώς και προληπτική του δαγκώματος της οχιάς. Στην Ελλάδα υπάρχουν και σήμερα εμπειρικοί ( πρακτικοί) που υποστηρίζουν πως θεραπεύουν τη φυματίωση με τη ρίζα του φιδόχορτου.
Σε σχετική μελέτη των λιπαρων οξέων που περιέχονται στο φυτό με τη μέθοδο της σπεκτρομετρίας διαπιστώθηκε ότι οι μεθυλικοί εστέρες των λιπαρών οξέων συντελούν στην θεραπεία – ανακούφιση των ρευματισμών και των αιμορροϊδων.
Η αροΐνη οου περιέχεται στο φυτό είναι ερεθιστική για το δέρμα και τοξική για το κεντρικό νευρικό σύστημα, με γεύση δηκτική και παρατεταμένα καυστική. Οι δηλητηριάσεις δεν είναι σπάνιες στα παιδιά που τρώνε τις κόκκινες ράγες, οι οποίες έχουν μια κάπως γλυκιά γεύση . Αντίδοτα για δηλητηριάσεις είναι πρόκληση εμετού, δυνατός καφές, καφεΐνη, ζέσταμα του ασθενή με καταπλάσματα και θερμοφόρες, καρδιοτόνωση , τόνωση της περιφερειακής κυκλοφορίας .
Journal of Food Lipids
Διδακτορικη διατριβή: Η λαϊκή βοτανοθεραπευτική στο Ζαγόρι Μιχαήλ Μάλαμα
Σχολιάστε